Ὁ σχεδιασμὸς τοῦ Τελεστηρίου θεωρῶ ὅτι συνδέεται μὲ κάποια κωδικὰ μηνύματα, τὰ ὁποῖα μάθαιναν οἱ μύστες, μιᾶς καὶ τίποτα δὲν γίνεται στὴν τύχη σὲ ὅλη τὴν διεξαγωγὴ τῶν Μυστηρίων. Κατ’ ἀρχήν, τὸ Τελεστήριο ἀντιπροσωπεύει τὸ τί συμβαίνει στὴν ψυχὴ κατὰ τὴν ἐξελικτική της πορεία μέχρι τὴν θέωση, μέχρι δηλαδὴ νὰ τελειωθεῖ, νὰ γίνει τέλεια-τετελεσμένη, ἀφοῦ τὸ τέλειο ἐπιτυγχάνεται ὅταν φτάσεις στὸ τέλος τῆς προσπάθειάς σου καὶ ἐπιτύχεις τὸν στόχο, ποὺ στὴν προκειμένη περίπτωση εἶναι ἡ ἐκθέωση τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ ἀπελευθέρωσή του ἀπὸ τὴν ὕλη. Ἐπειδὴ αὐτὴ εἶναι μιὰ ἐσωτερικὴ ὑπόθεση, ποὺ συμβαίνει στὴν ψυχὴ «Σεμέλη», αὐτὴν ποὺ ἔχει «σεμνὴν (ἔσω μένειν) ἐπιμέλειαν τῆς οὐσίας», χαρακτηρίζεται ἀπὸ μυστικότητα, ὁπότε δὲν ἐκτίθεται σὲ ἄλλους. Ἄλλωστε, ἡ πορεία τῆς ἐξέλιξης εἶναι ἀτομική. Γι’ αὐτὸ στὸ Τελεστήριο δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ ἔχει πρόσβαση παρὰ μόνον οἱ μύστες.
Τὸ ἄλλο κωδικὸ μήνυμα ἀφορᾶ τὶς πύλες πρόσβασης τοῦ κτιρίου. Γιατί νὰ ὑπάρχουν δύο πύλες εἰσόδου ἀπὸ τὴν κάτω ΝΑ πλευρὰ τοῦ Τελεστηρίου, πρᾶγμα μάλιστα πού, ὅπως εἴπαμε, εἶναι καὶ μοναδικὸ στὴν Ἑλληνικὴ ἀρχιτεκτονική; Τὴν ἀπάντηση θὰ τὴν βροῦμε στὸν Ὅμηρο. Στὴν ραψωδία ν τῆς Ὀδύσσειας ὁ Ὅμηρος περιγράφει τὸ ἄντρον τῶν Νυμφῶν, ποὺ συμβολίζει τὸ πεδίο ἐνσάρκωσης καὶ γιὰ τὸ ὁποῖο ἔχει γράψει ὁ Πορφύριος τὸ ἔργο του Περὶ τοῦ ἐν Ὀδυσσείᾳ τῶν Νυμφῶν ἄντρου. Χαρακτηριστικὲς εἶναι οἱ δύο πύλες του, ἡ Βόρεια, στὴν πάνω πλευρά, ἡ πύλη τοῦ Καρκίνου, ἀπ’ τὴν ὁποία κατεβαίνουν οἱ θνητοί, ποὺ ἔρχονται σὲ ἐνσάρκωση, καὶ ἡ Νότια, στὴν κάτω πλευρά, ἡ πύλη τοῦ Αἰγόκερω, ἀπ’ τὴν ὁποία διέρχονται οἱ ἀθάνατοι καὶ δὲν εἰσέρχονται ἄνθρωποι (Ὀδύσσεια ν 109–112):
«…δύω δέ τέ οἱ θύραι εἰσίν,
αἱ μὲν πρὸς Βορέαο καταιβαταὶ ἀνθρώποισιν,
αἱ δ᾽ αὖ πρὸς Νότου εἰσὶ θεώτεραι· οὐδέ τι κείνῃ
ἄνδρες ἐσέρχονται, ἀλλ᾽ ἀθανάτων ὁδός ἐστιν.»
Τὸ Τελεστήριο προσομοιάζει τὸ ἄντρο τῶν Νυμφῶν, ἀντιπροσωπεύοντας τὸν χῶρο ἐνσάρκωσης. Στὸ πάνω μέρος του, ποὺ ἔχει ΒΔ προσανατολισμὸ καὶ ἀντιστοιχεῖ στὸ Βόρειο τμῆμα τοῦ ἄντρου τῶν Νυμφῶν, ὑπάρχει βράχος, ποὺ ὁριοθετεῖ τὸ Τελεστήριο, ἀφοῦ ἡ πέτρα συμβολίζει τὴν βαρειὰ ὕλη, στὴν ὁποία ἔρχονται σὲ ἐνσάρκωση οἱ ψυχὲς τῶν θνητῶν, ποὺ μπαίνουν ἀπὸ τὴν Βόρεια πύλη, ὅπως λέει ὁ Ὅμηρος. Μάλιστα, ὁ ἀκριβὴς προσανατολισμὸς τῆς πάνω πλευρᾶς εἶναι ΒΔ, ἀφοῦ ὁ Ἅδης, ὅπου ἔρχεται ἡ ψυχὴ πρὸς ἐνσάρκωση, εἶναι σκοτεινὸς τόπος, ὁπότε προσιδιάζει στὴν Δύση, ὅπου μειώνεται τὸ φῶς τοῦ ἥλιου, καὶ εἶναι χῶρος δράσης δαιμόνων, τοὺς ὁποίους ὁ Πορφύριος τοποθετεῖ στὴν Δύση, ἐνῷ τοὺς Θεοὺς στὴν Ἀνατολή, ὅπου ἐπικρατεῖ τὸ φῶς.
Στὴν Νότια, ὅμως, πύλη τοῦ ἄντρου τῶν Νυμφῶν γίνεται ἡ διέλευση τῶν ἀθανάτων, ὑπάρχει ἡ «ἀθανάτων ὁδός», ὅπως χαρακτηρίζεται αὐτὸ τὸ πέρασμα, χωρὶς νὰ προσδιορίζεται ἂν πρόκειται γιὰ εἴσοδο ἢ γιὰ ἔξοδο, ἢ καὶ γιὰ τὰ δύο, ἐνῷ στὴν Βόρεια πύλη ἔχουμε εἴσοδο, ἀφοῦ ἀναφέρεται συγκεκριμένα ὅτι ἀπ’ αὐτὴν «ἄνδρες ἐσέρχονται». Ἡ Νότια αὐτὴ πύλη ἀντιστοιχεῖ στὴν κατώτερη πρόσοψη τοῦ Τελεστηρίου, ἡ ὁποία ἔχει ΝΑ προσανατολισμό, ἀφοῦ οἱ πρὸς ἐκθέωση ψυχές, ποὺ ἀθανατοποιοῦνται, ἐξέρχονται ἀπὸ τὴν νότια πύλη τοῦ Αἰγόκερω καὶ θεῶνται τὸν φωτεινὸ κόσμο τῶν νοητῶν, ποὺ εἶναι στὴν Ἀνατολή.
Ἡ Ὀδύσσεια, στὴν ὁποία δίνεται ἡ περιγραφὴ τοῦ ἄντρου τῶν Νυμφῶν, εἶναι κωδικοποιημένη ἡ ἐκθεωτικὴ πορεία τοῦ ἀνθρώπου, κατὰ τὴν ὁποία ὁ νοῦς του ἐκθεώνεται καὶ ἀθανατοποιεῖται ἡ ψυχή, καὶ ἀπὸ θνητὸς ἄνθρωπος γίνεται ὅπως λέει ὁ Πρόκλος «κατὰ σχέσιν δαίμων» ἢ «καταχθόνιος δαίμων» κατὰ Πυθαγόρα. Ὁ ἀθανατοποιημένος ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ ἐξέλθει ἀπὸ τὴν Νότια πύλη τοῦ ἄντρου τῶν Νυμφῶν, ἀλλὰ καὶ νὰ εἰσέλθει ξανὰ σ’ αὐτὸ, ὡς ἐνσαρκωμένος κατὰ σχέσιν δαίμων, μὲ ἀποστολὴ νὰ γίνει φορέας τοῦ Θείου Λόγου καὶ νὰ βοηθήσει κι ἄλλες ψυχὲς ν’ ἀκολουθήσουν τὴν ὁδὸ τῆς θέωσης.
Χαρακτηριστικὸ τῆς ἀποστολῆς αὐτῆς τῶν κατὰ σχέσιν δαιμόνων εἶναι τὸ παρακάτω ἀπόσπασμα τοῦ Ἡσιόδου (Ἔργα καὶ Ἡμέραι, στ. 121–3):
«Αὐτὰρ ἐπεὶ δὴ τοῦτο γένος κατὰ γαῖα κάλυψε, τοὶ μὲν
δαίμονές εἰσι Διὸς μεγάλου διὰ βουλὰς ἐσθλοί, ἐπιχθόνιοι,
φύλακες θνητῶν ἀνθρώπων»
«Ὅταν, λοιπόν, αὐτὸ τὸ γένος τὸ σκέπασε ἡ γῆ,
αὐτοὶ ἔγιναν μὲ τὴν θέληση τοῦ μεγάλου Διὸς δαίμονες
ἀγαθοί, ἐπίγειοι, φύλακες τῶν θνητῶν ἀνθρώπων».
Οἱ ἴδιοι στίχοι παρατίθενται καὶ στὴν Πλάτωνος Πολιτεία ἢ Περὶ Δικαίου (469 a1–2): «οἱ μὲν δαίμονες ἁγνοὶ ἐπιχθόνιοι τελέθουσιν, ἐσθλοί, ἀλεξίκακοι, φύλακες μερόπων ἀνθρώπων», δηλαδὴ «αὐτοὶ γίνονται δαίμονες ἁγνοὶ πάνω στὴν γῆ, ἀγαθοί, ἀποτρεπτικοὶ τοῦ κακοῦ, φύλακες τῶν θνητῶν ἀνθρώπων».
Ἑπομένως, οἱ δύο πύλες τῆς κατώτερης πρόσοψης τοῦ Τελεστηρίου δικαιολογοῦνται, ἂν θεωρήσουμε ὅτι συμβολίζουν ἡ μία τὴν πύλη ἐξόδου τῶν ἀθανατοποιημένων ψυχῶν (Νότια πύλη τοῦ ἄντρου τῶν Νυμφῶν), ποὺ πῆραν τὸ χρῖσμα τοῦ κατὰ σχέσιν δαίμονος, καὶ ἡ δεύτερη τὴν πύλη εἰσόδου αὐτῶν τῶν δαιμόνων, ὅταν ἐνσαρκώνονται πάλι ὡς ἐπιχθόνιοι δαίμονες, οἱ ὁποῖοι εἶναι, ὅπως εἴδαμε στὸν Ἡσίοδο καὶ στὸν Πλάτωνα, φύλακες τῶν θνητῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἔλαχαν μιὰ συγκεκριμένη μοῖρα («μέροπες»). Καὶ ἐπειδὴ ἀκριβῶς εἶναι δαίμονες δὲν εἰσέρχονται στὴν ἐνσάρκωση ἀπὸ τὴν Βόρεια πύλη, ἀπ’ ὅπου εἰσέρχονται οἱ θνητοί.
Συνολικὰ δὲ ὑπάρχουν ἕξι πύλες στὸ Τελεστήριο, ἀφοῦ, ὅπως ἔχουμε πεῖ, τὸ ἕξι εἶναι τέλειος ἀριθμός ἀλλὰ καὶ ὁ ἀριθμὸς τῆς ψυχῆς, κατὰ τοὺς Πυθαγορείους, ὅπως μᾶς παραδίδει ὁ Ἰάμβλιχος, ὁ ὁποῖος, μάλιστα, ἐτυμολογεῖ τὸ ὄνομα «ἑξὰς» ἀπὸ τὴν ἕξη τῆς ψυχῆς, τὴν τάση της, δηλαδἠ, γιὰ ζωή: «τῇ δὲ ψυχῇ τὸ παράπαν οὐδεὶς ἐφαρμόζειν δύναται μᾶλλον ἑξάδος ἀριθμός, οὐκ ἄλλος ἂν οὕτω <διάρθρωσις τοῦ παντὸς> λέγοιτο, ψυχοποιὸς ἱσταμένως εὑρισκομένη καὶ τῆς ζωτικῆς ἕξεως ἐμποιητική, παρὸ ἑξάς» (Ἰάμβλιχος, Θεολογούμενα τῆς Ἀριθμητικῆς, 45.10–13), δηλαδὴ «ἀπολύτως κανένας ἄλλος ἀριθμὸς δὲν μπορεῖ νὰ ταιριάξει μὲ τὴν ψυχὴ περισσότερο ἀπ’ ὅτι ἡ ἑξάδα, κι οὔτε κανένας ἄλλος δὲν θὰ μποροῦσε νὰ χαρακτηριστεῖ διάρθρωση τοῦ σύμπαντος, καθὼς ἀνακαλύπτεται ὅτι ἡ ἑξάδα δημιουργεῖ σταθερὰ τὴν ψυχὴ καὶ προκαλεῖ τὴν ζωτικὴ ἕξη, ἐξ οὗ καὶ τὸ ἑξάς».
Τὸ ὅτι δὲ ὑπάρχουν δύο πύλες σὲ κάθε μία ἀπὸ τὶς πλαϊνὲς ὄψεις τοῦ Τελεστηρίου πρέπει νὰ ἐξυπηρετοῦσε κάποιο πρακτικὸ σκοπό, ἀφοῦ ὁ ἀριθμὸς τῶν μυστῶν κάθε φορὰ ἦταν μεγάλος καὶ ἔπρεπε νὰ βγοῦν ἀπὸ τὶς πλαϊνὲς θύρες, μέχρι τὶς ὁποῖες ἔφταναν οἱ σκαλισμένες στὸν βράχο κλίμακες, ποὺ τοὺς ὁδηγοῦσαν, κατὰ τὸν Foucart, στὸν πάνω ὄροφο τοῦ Τελεστηρίου. Πιθανὸν δὲ κάθε μία ἀπ’ αὐτὲς τὶς δύο πύλες νὰ προοριζόταν γιὰ μύστες συγκεκριμένου βαθμοῦ μύησης, δηλαδὴ νὰ ἦταν μία γιὰ τοὺς μύστες πρώτου βαθμοῦ καὶ ἄλλη γιὰ τοὺς μύστες δευτέρου βαθμοῦ, ποὺ λέγονταν «ἐπόπται».
Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, οἱ ἑπτὰ σειρὲς κιόνων τοῦ Τελεστηρίου συμβολίζουν τὰ ἑπτὰ αἰθερικὰ κέντρα τῆς ἔνσαρκης ψυχῆς, τὰ ὁποῖα αὐτὴ καλεῖται νὰ ἐναρμονίσει καὶ νὰ ἑνοποιήσει, τελειοποιῶντας τα μέσῳ τῆς ἀρετῆς. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ κάθε σειρὰ ἔχει ἕξι κίονες, δηλώνοντας τὴν τελειοποίηση τῆς ὄψης τῆς ψυχῆς ποὺ ἀντιπροσωπεύει καὶ τὴν ἐν τέλει ἐναρμόνισή της, ἀφοῦ, κατὰ τὸν Ἰάμβλιχο, μὲ βάση τὴν ἑξάδα ἔχει λάβει ψυχὴ καὶ ἁρμονία ὁ κόσμος: «κατ’ αὐτὴν ἐμψυχῶσθαι καὶ καθηρμόσθαι τὸν κόσμον» (Ἰάμβλιχος, Θεολογούμενα τῆς Ἀριθμητικῆς, 44.3–4).